Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Ο αγωγός TAP σε κρίσιμη καμπή - του Κωνσταντίνου Φίλη




Η συστηματικά θετική συμμετοχή της Ελλάδας στο ενεργειακό γίγνεσθαι έχει αυτή τη στιγμή πολλές προσδοκίες και ένα απτό αντίκρισμα, τον Διαδριατικό Αγωγό (TAP). Σήμερα, βρισκόμαστε στο μεταίχμιο, κυρίως ως προς τις εγχώριες ανακατατάξεις, οι οποίες, αν δεν υπάρξει σχετική πρόνοια, ενδέχεται να επιφέρουν παρεκκλίσεις από τα χρονοδιαγράμματα, φθείροντας τις προοπτικές του έργου.

Παρά την περιβαλλοντική αδειοδότηση που υπογράφηκε πρόσφατα από τον υπουργό Ενέργειας, μία σημαντική εξέλιξη προς την υλοποίηση του project, παραμένουν σοβαρές διαφωνίες μεταξύ της κοινοπραξίας και μέρους αρχών και φορέων της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας. Οι κυριότερες αυτών εστιάζονται στην όδευση στην Καβάλα και στον συμπιεστή στις Σέρρες. Ως προς το πρώτο, ενώ έχει ήδη διαφοροποιηθεί μέρος της διαδρομής σε σχέση με τον αρχικό σχεδιασμό, παραμένουν ενστάσεις, κυρίως για τον αντίκτυπο στις ζώνες υψηλής παραγωγικότητας από τις οποίες θα διέρχεται ο αγωγός. Η εταιρεία υποστηρίζει ότι την έχει τροποποιήσει, χωρίς, πάντως, ακόμη να έχει διασφαλίσει τη συγκατάθεση των ντόπιων. Παρομοίως, οι συνεννοήσεις για την τοποθεσία που έχει επιλεγεί για την εγκατάσταση του σταθμού συμπίεσης απέχουν εξίσου από οριστική διευθέτηση.

Ενάμιση χρόνο μετά την επιλογή του TAP έναντι του Nabucco West, και με την παρούσα κυβέρνηση να στηρίζει με κάθε τρόπο το έργο, η πορεία των διαπραγματεύσεων, όπως και η αναγκαία για την ομαλή πραγματοποίηση στήριξη ή ανοχή σε επίπεδο δήμων και κοινοτήτων, κρίνονται πλημμελείς. Γι’ αυτό ελέγχεται κατά κύριο λόγο η αντιπροσωπεία της κοινοπραξίας, η οποία, με την ξενόφερτη υπεροψία της, υποβαθμίζει τον πιθανό βαθμό εμπλοκής του project σε περίπτωση μη συναίνεσης των τοπικών κοινωνιών, που πρώτες θα δρέψουν τους καρπούς της περάτωσης μιας επένδυσης που ίσως ξεπεράσει το 1 δισ. ευρώ. Μέχρι πρότινος, μη διαβάζοντας ορθά την κατάσταση, απέδιδε σε πολιτικές σκοπιμότητες τις όποιες αντιδράσεις, κομματικοποιώντας ένα έργο εθνικής σημασίας. Αυτό είχε διττό αντίκτυπο: από τη μία κατέστησε τον TAP μέρος της διαμάχης των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, όπου εν τέλει η πλειοδοσία μεταξύ των υποψηφίων έγινε για το ποιος θα σταθεί δυναμικότερα απέναντί του, από την άλλη, διεύρυνε το χάσμα με την αντιπολίτευση, εξαρτώντας σε μεγάλο βαθμό την επιτυχία του από τις πολιτικές εξελίξεις. Το κυριότερο, απομειώθηκε η δυνατότητα του αρμόδιου υπουργείου να παρεμβαίνει αποτελεσματικά για να κατευνάσει τα τεταμένα πνεύματα.

Χρονοτριβώντας και θεωρώντας ότι οι διαφωνίες είναι τεχνητές, άρα θα καμφθούν κάποια στιγμή με τρόπο αντισταθμιστικό, η εν Ελλάδι ηγεσία έχει προκαλέσει αναίτια αντιπαράθεση για το μόνο (επί του παρόντος) ενεργειακό project με χειροπιαστά και πολλαπλά οφέλη. Η μεγέθυνση ζητημάτων, που μπορούν να επιλυθούν έστω με σχετική δυσκολία, πρέπει να αναστραφεί το συντομότερο δυνατόν με την ανάλογη εκατέρωθεν ευελιξία, εφόσον οι παλινωδίες οδηγούν σε επιβράδυνση, και δη μέσα σε ένα πολωτικό κλίμα στο εσωτερικό της χώρας, με υπαρκτό τον κίνδυνο αυτοϋπονόμευσης. Απαιτείται, συνεπώς, άμεσα η διαμεσολάβηση ενός οργάνου που εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να είναι πολιτικοποιημένο, συμπεριλαμβανομένων των βουλευτών, πολλοί εκ των οποίων, στην αγωνία τους να διασφαλίσουν την επανεκλογή τους, επιδιώκουν τη μεσολάβησή τους, συνήθως με εσφαλμένο και υποκειμενικό τρόπο.

Δεδομένης, πάντως, της πορείας της αγοράς φυσικού αερίου, και της εκπεφρασμένης πρόθεσης των ισχυρών της Ε.Ε. να περιορίσουν την ποσόστωσή του επί του ενεργειακού μείγματος, συμπιέζοντας τη ζήτηση προκειμένου να ελαττωθεί η εξάρτηση από τη Ρωσία, παραμένει ερωτηματικό ο βαθμός ελκυστικότητας της επένδυσης σε μία και πλέον πενταετία από σήμερα. Τα περιθώρια αύξησης της παραγωγής του Αζερμπαϊτζάν αποτελούν το κύριο ζητούμενο, εφόσον θα καθορίσουν τη βαρύτητα του TAP για την ασφάλεια εφοδιασμού της Γηραιάς Ηπείρου.

Αδιαμφισβήτητα, ο Διαδριατικός Αγωγός είναι μια σημαντική ξένη επένδυση, που αναβαθμίζει γεωπολιτικά τη χώρα. Μάλιστα, σε μια συγκυρία που επιζητούμε έμπρακτες εκδηλώσεις εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, και δη με τη δημιουργία θέσεων εργασίας και πρόκλησης κινητικότητας σε υποβαθμισμένες περιοχές της Βορείου Ελλάδας, που πλήττονται καίρια από την κρίση, το project αποκτά προστιθέμενη αξία. Η αναζήτηση ευρύτερων συναινέσεων προϋποθέτει υπέρβαση αλαζονικών και αντιδραστικών αντιλήψεων, ανάπτυξη ειλικρινούς διαλόγου και σταδιακή οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης, στη βάση του κοινού συμφέροντος. Σε διαφορετική περίπτωση, γίνεται ολοένα και πιθανότερο να προκύψουν ζημιογόνες για το έργο καθυστερήσεις.

* Ο δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.

Πηγή: Εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου