Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

Από το 42 π.Χ. ως το 2014 - 2056 χρόνια πέρασαν από την μάχη των Φιλίππων




Σαν σήμερα, 23 Οκτωβρίου, πριν από 2056 χρόνια διεξήχθη ίσως η πλέον αποφασιστική και ιστορική μάχη της αρχαίας Ρωμαϊκής ιστορίας, μια μάχη η οποία παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον για την περιοχή μας!

Ο λόγος για την μάχη των Φιλίππων, μια μάχη η οποία διεξήχθη στο πλαίσιο των Ρωμαϊκών Εμφυλίων πολέμων και στην οποία αναμετρήθηκαν οι στρατοί της Δεύτερης Ρωμαϊκής Τριανδρίας -υπό τον Οκταβιανό (μετέπειτα πρώτο αυτοκράτορα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας) και τον Μάρκο Αντώνιο- και των αποκαλούμενων "Δημοκρατικών" -υπό την ηγεσία των δολοφόνων του Ιουλίου Καίσαρα Βρούτου και Κάσσιου-.

Αξίζει, βέβαια, να σημειωθεί ότι αυτή ήταν η λεγόμενη 2η μάχη των Φιλίππων. Η πρώτη είχε διεξαχθεί πριν από 20 ημέρες -στις 3 Οκτωβρίου-.


Η πεδιάδα  των Φιλίππων σήμερα, όπως φαίνεται από το σημείο όπου ήταν παρατεταγμένες οι λεγεώνες του Οκταβιανού.

Τι είχε προηγηθεί

Το 44 π.Χ. ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρας είχε αποκτήσει τεράστια δύναμη κατακτώντας τη Γαλατία και νικώντας στον Ρωμαϊκό Εμφύλιο τον Πομπήιο. Αναγορεύθηκε ισόβιος δικτάτορας (η Σύγκλητος τον είχε, μεν, αναγορεύσει δικτάτορα το 46 π.Χ. ωστόσο η θητεία του επρόκειτο να είναι δεκαετής) και προς τιμήν του οι Ρωμαίοι μετονόμασαν το μήνα Κουϊντίλιο σε Ιούλιο. Όμως μια σειρά ενεργειών του ιδίου (όπως το ότι έστησε το άγαλμά του στο Καπιτώλιο δίπλα στα αγάλματα των αρχαίων βασιλέων της Ρώμης και το ότι τα νομίσματα έφεραν τη μορφή του, κάτι ανήκουστο για την ρωμαϊκή κοινωνία της εποχής -ας μην λησμονούμε ότι το πολίτευμα, εκείνα τα χρόνια, δεν ήταν ακόμα αυτοκρατορικό-) κίνησαν τις υποψίες των πολιτικών του αντιπάλων ότι ο Καίσαρας ήθελε να καταλύσει το δημοκρατικό πολίτευμα.

Είχε αποφασίσει να επιτεθεί κατά των Πάρθων και των Γετών -κάτι που θα σήμαινε την ουσιαστική πολιτική εξόντωση των αριστοκρατών- αλλά πριν αναχωρήσει εκδηλώθηκε κίνημα εναντίον του. Δύο από αυτούς που ήταν στο κίνημα, ο Γάιος Κάσσιος Λογγίνος και ο Βρούτος, δολοφόνησαν τον Ιούλιο Καίσαρα στις 15 Μαρτίου στο κτήριο της Συγκλήτου.

Αμέσως μετά τον θάνατο του Ιουλίου Καίσαρα, ο Μάρκος Αντώνιος έθεσε υπό τον έλεγχο του την αναταραχή και οι Κάσσιος και ο Βρούτος, φοβούμενοι την οργή του λαού, διέφυγαν για την Συρία και την Μακεδονία αντίστοιχα -επαρχίες στις οποίες ο Καίσαρας τους είχε ορίσει ως διοικητές προτού πεθάνει. Αφού έγιναν κύριοι της κατάστασης στις επαρχίες τους, ένωσαν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν το στρατό των υποστηρικτών του δολοφονηθέντος ηγέτη.

Η Δεύτερη Τριανδρία, που είχε αναλάβει την εξουσία στη Ρώμη, είχε συγκροτηθεί από τον πολιτικό και στρατιωτικό Μάρκο Αντώνιο, που είχε γίνει κύριος της κατάστασης μετά τη δολοφονία του Καίσαρα, τον θετό γιο του Ιουλίου Καίσαρα, Οκταβιανό και τον συγκλητικό Μάρκο Αιμίλιο Λέπιδο, που είχε διακοσμητικό ρόλο. Αντικειμενικός της στόχος ήταν η τιμωρία των δολοφόνων του Ιουλίου Καίσαρα και η ανάκτηση της συνοχής της ρωμαϊκής επικράτειας. Για τον λόγο αυτό οι Μάρκος Αντώνιος και Οκταβιανός (ο Λέπιδος παρέμεινε στην Ρώμη) μετέφεραν τον στρατό τους στην Μακεδονία και συνάντησαν τον στρατό των δημοκρατικών στους Φιλίππους.

Σχεδιάγραμμα της μάχης
Οι Αντίπαλες Δυνάμεις

Οι δυνάμεις της Δευτέρας Τριανδρίας αποτελούνταν από δεκαοκτώ (18) λεγεώνες, καθώς ένα σημαντικό μέρος του στρατού έμεινε πίσω. Οι περισσότερες πηγές αναφέρουν μόνο την V (5η) Λεγεώνα αλλά πρέπει να συμμετείχαν και οι III (3η), VI (6η), VII (7η), VIII (8η), X Equestris (10η ‘Εφιππη), XII (12η), XXVI (26η), XXVIII (28η), XXIX (29η) και XXX (30η), όλες σε πλήρη σύνθεση με συνολική δύναμη 90 - 100.000 ανδρών, όπως αναφέρει ο Αππιανός ο Αλεξανδρεύς. Μαζύ τους είχαν και ισχυρή ιππική δύναμη από συνολικά 33.000 ιππείς. Η δύναμη αυτή προέλασε και στρατοπέδευσε σε απόσταση μόλις 1,5 χιλιομέτρων από τους αντιπάλους, ανεγείροντας επίσης τείχος για την προστασία του στρατοπέδου της. Ο ανεφοδιασμός τους γινόταν με αρκετή δυσχέρεια δια ξηράς από τις επαρχίες της Μακεδονίας και Θεσσαλίας μέσω Αμφίπολης, που ήταν σε απόσταση 65 χιλιομέτρων. Οι επικοινωνίες τους με την Ρώμη είχαν εν τω μεταξύ διακοπεί από τον στόλο των δημοκρατικών που αποτελούνταν από 130 πλοία.

Ο στρατός των δημοκρατικών συγκέντρωνε ανάλογη δύναμη με δεκαεπτά (17) λεγεώνες από τις ανατολικές επαρχίες - μεταξύ των οποίων τις XXVII (27η), XXXI (31η), XXXIII (33η), XXXVI (36η) και XXXVII (37η) - συνολικής δυνάμεως 80 - 90.000 ανδρών, καθώς και 17.000 ιππείς που περιλάμβαναν και 5.000 ιπποτοξότες. Οι δυνάμεις αυτές είχαν εγκατασταθεί πάνω σε δύο ομαλούς λόφους ιππαστί της Εγνατίας, θέση που επιπλέον είχαν ενισχύσει με οχύρωση και τάφρο.

Οι δημοκρατικοί κατείχαν στρατηγική θέση που επικοινωνούσε με το λιμάνι της Νεάπολης (σημερινή Καβάλα) και ανεφοδιάζονταν από τις πλούσιες επαρχίες της ανατολής δια θαλάσσης χωρίς πρόβλημα, δεν βιαζόντουσαν να συγκρουσθούν με τους αντίπαλους, αλλά αποφάσισαν να περιμένουν την αποδυνάμωση των αντιπάλων από ένδεια εφοδίων.

Η Εξέλιξη των Επιχειρήσεων - Πρώτη Μάχη (3 Οκτωβρίου)

Έτσι, για αρκετές ημέρες οι δύο μεγάλοι αυτοί στρατοί παρέμεναν στις θέσεις τους χωρίς να δίνουν μάχη, παρά μόνον μερικές αψιμαχίες ιππικού. Ο Αντώνιος προσπάθησε να παρασύρει τους αντίπαλούς του σε μάχη εκ παρατάξεως, αλλά αυτοί παρέμεναν οχυρωμένοι στις θέσεις τους. Θέλοντας να υπερφαλαγγίσει τις θέσεις αυτές διέταξε τα στρατεύματά του να κατασκευάσουν με προσχώσεις μία διάβαση μέσω των ελών που κάλυπταν την νότιά τους πλευρά. Η κίνηση αυτή εντοπίσθηκε από τον Κάσσιο, ο οποίος και κατασκεύσε σαν αντίμετρο ένα χαμηλό φράγμα που διέκοπτε αυτή τον τεχνητό διάδρομο στα έλη. Αυτές όμως οι ενέργειες αποτέλεσαν το έναυσμα για μία γενικευμένη συμπλοκή των αντιπάλων δυνάμεων που κατέληξε σε κανονική μάχη στις 3 Οκτωβρίου.

Ο Αντώνιος διέταξε επίθεση κατά του Κάσσιου, στοχεύοντας τις θέσεις του μεταξύ του έλους και του νότιου άκρου του στρατοπέδου του. Καθώς οι άνδρες του κινούνταν δρομέως, στον βόρειο τομέα οι δυνάμεις του Βρούτου κινήθηκαν αυθόρμητα και χωρίς διαταγές, και εξαπέλυσαν γενικευμένη επίθεση κατά των απέναντι δυνάμεων. Η επίθεση αυτή αιφνιδίασε απόλυτα τον Οκταβιανό, οι δυνάμεις του οποίου τράπηκαν σε φυγή εγκαταλείποντας μάλιστα το στρατόπεδό τους. Ο Οκταβιανός (ο οποίος ανάρρωνε λόγω ασθένειας) διέφυγε τον κίνδυνο καθώς είχε απομακρυνθεί εγκαίρως, προειδοποιημένος από ένα όνειρο - σύμφωνα με τον Αππιανό -το προηγούμενο βράδυ.

Διάγραμμα της πρώτης μάχης των Φιλίππων
Ο Μάρκος Αντώνιος προτίμησε να μην στρέψει το στράτευμά του για να υπερασπισθεί το στρατόπεδό του, ελιγμός που ούτως ή άλλως θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολος υπό τις συνθήκες, αλλά να συνεχίσει την δική του ορμητική έφοδο. Όντως, κάτω από βροχή βλημάτων, οι στρατιώτες του, αφού εξουδετέρωσαν την φρουρά του, κατέλαβαν το οχυρωμένο στρατόπεδο του Κάσσιου. Οι απώλειες και από τις δύο πλευρές ήταν σημαντικές με περίπου 9.000 να έχουν χαθεί από την πλευρά του Κάσσιου, ενώ ο Οκταβιανός φαίνεται να έχασε περίπου διπλάσιο αριθμό ανδρών. Να σημειώσουμε εδώ, οτι ήταν δύσκολο για τους διοικητές να έχουν πλήρη εικόνα της τακτικής καταστάσεως όπως διαμορφώθηκε στο τέλος των ελιγμών αυτών, διότι η κίνηση δεκάδων χιλιάδψν στρατιωτών στην πεδιάδα φαίνεται οτι είχε σηκώσει σύννεφα σκόνης που παρεμπόδιζαν την ορατότητα.

Ο Κάσσιος, αντιλαμβανόμενος μόνον οτι είχε χάσει την οχυρή θέση που κατείχε και μη έχοντας γνώση της νίκης του συμμάχου του Βρούτου στην βόρεια πλευρά του πεδίου της μάχης, πίστεψε οτι όλα είχαν χαθεί και τον περίμενε η αιχμαλωσία και ο ατιμωτικός θάνατος. Διέταξε λοιπόν τον σημειοφόρο του (signifier) με το όνομα Πίνδαρος να τον σκοτώσει με το ξίφος του, πράγμα που αυτός και έκανε. Κατά ειρωνεία της τύχης, η 3η Οκτωβρίου ήταν και η γενέθλια ημέρα του Κάσσιου.

Την ίδια ημέρα, ο στόλος των δημοκρατικών κατόρθωσε να αναχαιτίσει και να καταστρέψει στο Ιόνιο πέλαγος τις ενισχύσεις και τα εφόδια που έρχονταν από την Ρώμη, καθιστώντας την θέση της Τριανδρίας ακόμη δυσχερέστερη και αναγκάζοντας τον Αντώνιο να στείλει μία λεγεώνα στην Αχαΐα για συλλογή εφοδίων καθώς η Μακεδονία και η Θεσσαλία είχε εξαντληθεί. Παρ’ όλα αυτά το ηθικό των ανδρών παρέμεινε ακμαίο. Σε αντίθεση, η άλλη πλευρά, παρά το ότι δεν αντιμετώπιζε καμμία έλλειψη εφοδίων, είχε απωλέσει τον κύριο στρατηγικό νού και ηγέτη, καθώς ο Βρούτος είχε σημαντικά μικρότερη πολεμική εμπειρία από τον Κάσσιο.

23 Οκτωβρίου - Δεύτερη και τελική Μάχη

Οι δύο αντίπαλοι στρατοί ανασυγκροτήθηκαν σχετικά γρήγορα και τις επόμενες 3 εβδομάδες ο Αντώνιος που είχε αναλάβει την βόρεια πτέρυγα προσπαθούσε μάταια να προκαλέσει τον Βρούτο σε μάχη, ενώ ο Οκταβιανός, σε μία προσπάθεια να υπερφαλαγγίσει και να αποκόψει τον Βρούτο από το λιμάνι της Νεάπολης/Καβάλας, προωθούσε σιγά σιγά τις δυνάμεις του στον νότο μέσα από τα έλη, κατασκευάζοντας παράλληλα και ένα πασαλόπηκτο τείχος για προστασία τους από τα βέλη.

Διάγραμμα της δεύτερης μάχης των Φιλίππων
Ο Βρούτος αντέδρασε κατασκευάζοντας τείχος παράλληλα με την Εγνατία, με το οποίο κατάφερε να διατηρήσει τις γραμμές επικοινωνίας του με την θάλασσα ανοικτές, ενώ συνέχισε να κατέχει σταθερά τις αρχικές οχυρές θέσες του. Παρ’ όλα αυτά, η απραξία επέδρασε αρνητικά στο ήδη χαμηλό ηθικό των ανδρών του, και άρχισαν να σημειώνονται λιποταξίες στις τάξεις τόσο των λεγεώνων του όσο και των συμμάχων του. Έτσι, το απόγευμα της 23ης Οκτωβρίου παρέταξε τον στρατό του για μάχη «όχι σαν διοικητής αλλά σαν διοικούμενος» όπως φέρεται να είπε ο ίδιος, εννοώντας οτι εξαναγκάσθηκε από τις περιστάσεις να δώσει μάχη.

Οι δυνάμεις και των δύο πλευρών είχαν στις τάξεις τους βετεράνους και σκληροτράχηλους λεγεωνάριους και η μάχη, που σύντομα κατέληξε σε συμπλοκή σώμα με σώμα, ήταν ιδιαίτερα σκληρή και αιματηρή. Στο τέλος η έφοδος των στρατευμάτων των «Απελευθερωτών» αποκρούσθηκε και οι στρατιώτες του Βρούτου κατέρρευσαν και υποχώρησαν με αταξία στους πέριξ λόφους, όπου μετά βίας συγκεντρώθηκαν οι 4 από τις 17 λεγεώνες. Περικυκλωμένος και βλέποντας το αναπόφευκτο τέλος, ο Βρούτος με την σειρά του αυτοκτονεί.

Με την νίκη αυτή η Δεύτερη Τριανδρία συνέτριψε τις δυνάμεις των συνομωτών που αυτοαποκαλούνταν «απελευθερωτές», και ο μεν Αντώνιος - του οποίου το κύρος ανήλθε στα ύψη - παρέμεινε στην ανατολή, ενώ ο Οκταβιανός επέστρεψε στην Ρώμη.

Σημείωση

Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Μάρκος Αντώνιος κάλυψε το νεκρό σώμα του Βρούτου με πορφυρό ύφασμα σε ένδειξη σεβασμού. Ο Βρούτος και ο Αντώνιος ήταν φίλοι και ο πρώτος είχε θέσει σαν προϋπόθεση για την εκτέλεση της συνομωσίας κατά του Ιουλίου Καίσαρα να μην εκτελεσθεί και ο Αντώνιος.

Ο Πλούταρχος επίσης αναφέρει οτι ο Βρούτος είχε δεχθεί κάποιο βράδυ, μήνες πριν την μάχη, την επίσκεψη του φαντάσματος του Ιουλίου Καίσαρα. Ο Βρούτος το αντιμετώπισε ψύχραιμα και το ερώτησε «ποιός είσαι και τι θέλεις», για να λάβει την απάντηση «οψώμεθα ες Φιλίππους» («θα τα πούμε στους Φιλίππους»). Την νύκτα πριν την μάχη είχε δει πάλι το ίδιο όραμα. Αυτή είναι και η κεντρική δραματική σκηνή στο θεατρικό έργο του Σαίξπηρ «Ιούλιος Καίσαρ».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου